Προβολή Χωρίς τίτλο σε χάρτη μεγαλύτερου μεγέθους

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

Τους βάζουν στα Γηροκομεία και τους ξεχνούν

Αντώνης Μισελής: «Οι ηλικιωμένοι, στα γηροκομεία, δεν θα ’πρεπε να είναι οι ‘λησμονημένοι’»


Είναι η εκτίμηση του εθελοντή της Αυστραλο-Ελληνικής Κοινωνικής Πρόνοιας Αντώνη Μισελή, μια μέρα μετά τη Γιορτή της Μητέρας.


Μια εκτίμηση πικρή, που έχει αποκομίσει από τη 12χρονη παφή του με τους τροφίμους των γηροκομείων που επισκέπτεται κάθε βδομάδα για να τους κρατήσει συντροφιά, να τους κάνει ‘να ξεχάσουν λίγο τον πόνο και τη μοναξιά τους’.


«Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τη βαθειά πληγή που ανοίγει στην καρδιά των ανθρώπων αυτών η απουσία των παιδιών τους. Μια πληγή που δεν επουλώνεται με τίποτε. Ένα τραύμα κρυφό που αιμορραγεί και, στο τέλος, μπορεί να τους σκοτώσει. Δυστυχώς, οι περιπτώσεις των γονέων που καταλήγουν στα γηροκομεία και μένουν μόνοι, χωρίς ούτε μια επίσκεψη από τα παιδιά τους, είναι πολύ περισσότερες απ’ ό,τι μπορεί να χωρέσει το μυαλό του ανθρώπου».


Στη συνέχεια, ο 80χρονος φιλάνθρωπος που έχει ως αρχή του ‘να νοιάζεσαι για τον συνάνθρωπό σου και να τον στηρίζεις, όσο μπορείς, αλλιώς η ζωή δεν έχει νόημα’, αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις.


ΕΝΑΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΣΤΑΤΟΣ ΚΥΡΙΟΣ


«Πριν δυο χρόνια, κρατούσα συντροφιά, μια φορά την εβδομάδα, σ’ έναν αξιοπρεπέστατο κύριο, που κανείς δεν μπορούσε να υποψιαστεί τον πόνο που του σπάραζε τα σωθικά. Σοβαρός, αυστηρός, λιγομίλητος, δεν άνοιγε την καρδιά του εύκολα. Μαζί μου, όμως, τον έδενε πια μια βαθιά φιλία αφού τον επισκεπτόμουν εκεί τα τελευταία δέκα χρόνια. Μορφωμένος, με καταγωγή από την Αλεξάνδρεια, επιτυχημένος επιχειρηματίας, βρέθηκε εκεί δυο χρόνια μετά το θάνατο της γυναίκας του. Είπα ‘βρέθηκε’; Λάθος. Τον έκλεισαν εκεί οι κόρες του με κόλπο, για να τον ξεφορτωθούν. Εργάζονταν και οι δυο και, όπως φαίνεται, δεν ήθελαν να έχουν την έγνοια του. Αυτή ήταν η πιο αποτελεσματική λύση για να τον ξεφορτωθούν. Εκείνο που τον πλήγωνε ήταν η απουσία τους. Τον έκλεισαν στο γηροκομείο και τον ξέχασαν. Σαν να μην υπήρξε ποτέ».


Δεν τον διακόπτω, η ατμόσφαιρα, όμως, έχει βαρύνει πολύ. Βλέπω το συνομιλητή μου να δακρύζει, γρήγορα όμως το πρόσωπό του αλλάζει έκφραση και με καλεί στην εκδήλωση που θα γίνει στην Πρόνοια. Είναι μέλος της Χορωδίας «Παροικία» και «αξίζει να δείτε και ν’ ακούσετε τι κάνουμε. Σας αρέσουν τα τραγούδια του Αττίκ;»


Συνέντευξη χωρίς ‘εκτροχιασμούς’ δεν γίνεται και αυτός εδώ είναι πράγματι ό,τι είχαμε ανάγκη και οι δυο μας.


«Μου είπε ότι προίκισε και τις δύο κόρες του. Τους έχτισε από ένα καινούριο σπίτι και ήταν περήφανος που έκανε το καθήκον του, όπως έλεγε. Μετά, όμως, ήταν σα να μην είχε κανέναν στον κόσμο. Ούτε τα εγγόνια του δεν έβλεπε και αυτό τον πονούσε ακόμη πιο πολύ. Οι κόρες του μπορεί να μην έρχονταν να τον δουν, τα κακά νέα όμως τον έβρισκαν εύκολα. Έμαθε ότι ο μεγάλος εγγονός του , 18 χρόνων, έμπλεξε με ναρκωτικά και μπήκε φυλακή. Δεν είχε την ευκαιρία να τον συμβουλέψει να τον βοηθήσει να μπει στον ίσιο δρόμο, όπως έλεγε, και αυτό τον σκότωσε. Πέθανε μ’ αυτόν τον καημό. Ξεχασμένος από τα πιο αγαπημένα του πρόσωπα, από αυτά τα ίδια τα παιδιά του».


ΑΚΟΜΑ ΕΝΑ ΚΟΛΠΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου