Η άνοδος της παγκόσμιας ζήτησης τροφίμων και το γεγονός ότι το 16% των Ευρωπαίων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας καθιστούν την πρόσβαση στην τροφή βασική προτεραιότητα. Η επιτροπή Γεωργίας του ευρωκοινοβουλίου υποστηρίζει ότι η ΕΕ πρέπει να έχει μία ισχυρή γεωργική πολιτική, ώστε να εξασφαλιστεί η ασφάλεια
εφοδιασμού σε τρόφιμα σε λογικές τιμές, κυρίως μέσω της καταπολέμησης της κερδοσκοπίας στις αγορές βασικών προϊόντων και της αντιμετώπισης του φαινομένου του γηράσκοντος αγροτικού πληθυσμού. Σχετική έκθεση θα συζητηθεί σήμερα, Δευτέρα 17 Ιανουαρίου, στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο και θα ψηφιστεί αύριο Τρίτη.
εφοδιασμού σε τρόφιμα σε λογικές τιμές, κυρίως μέσω της καταπολέμησης της κερδοσκοπίας στις αγορές βασικών προϊόντων και της αντιμετώπισης του φαινομένου του γηράσκοντος αγροτικού πληθυσμού. Σχετική έκθεση θα συζητηθεί σήμερα, Δευτέρα 17 Ιανουαρίου, στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο και θα ψηφιστεί αύριο Τρίτη.
Επί του θέματος, η εισηγήτρια της έκθεσης με τίτλο «Aναγνώριση της γεωργίας ως στρατηγικού τομέα στο πλαίσιο της επισιτιστικής ασφάλειας» ρουμάνα ευρωβουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος, κα Daciana Octavia Sârbu, στην αιτιολογική έκθεση αναφέρει τα εξής:
Η επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα. Επιτυγχάνεται όταν όλοι οι άνθρωποι, σε κάθε χρονική στιγμή, έχουν φυσική, κοινωνική και οικονομική πρόσβαση σε επαρκή, ασφαλή και θρεπτική τροφή για να καλύψουν τις διαιτητικές τους ανάγκες και προτιμήσεις για μια δραστήρια και υγιεινή ζωή. Στις μέρες μας ο γεωργικός τομέας πρέπει να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ανάγκη του πληθυσμού για ασφαλή και επαρκή τροφή, παρά τα εμπόδια που θέτουν οι περιορισμένοι φυσικοί πόροι, οι υψηλές ενεργειακές τιμές και η κλιματική αλλαγή.Σύμφωνα με τον Οργανισμό Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), η παραγωγή τροφίμων πρέπει να αυξηθεί τουλάχιστον κατά 70% για να ανταποκριθεί στην αυξανόμενη ζήτηση του παγκόσμιου πληθυσμού, που αναμένεται να υπερβεί τα 9 δισεκατομμύρια έως το 2050. Επιπλέον, περίπου 900 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από χρόνια πείνα εξαιτίας ακραίας φτώχειας, ενώ περίπου 2 δισεκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν πραγματική, μακροχρόνια επισιτιστική ασφάλεια εξαιτίας φτώχειας διαφόρων βαθμών. Στην Ευρώπη, 16% των πολιτών ζουν ακόμα κάτω από το όριο της φτώχειας. Παρά τη φαινομενική επάρκεια των αποθεμάτων, ένα σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει τα οικονομικά μέσα να προμηθευτεί τη βασική τροφή που χρειάζεται· η πρόσβαση στην τροφή παραμένει ένα σημαντικό θέμα προς αντιμετώπιση.
Συνεπώς η επισιτιστική ασφάλεια συνεχίζει να απαιτεί μια ισχυρή Κοινή Γεωργική Πολιτική. Οι βασικοί στόχοι της ΚΓΠ υπήρξαν: η αύξηση της γεωργικής παραγωγικότητας, η βοήθεια προς τους γεωργούς για ένα δίκαιο βιωτικό επίπεδο, η σταθεροποίηση των αγορών και η εξασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού σε τρόφιμα σε λογικές τιμές. Όμως η επιτυχία του κατέληξε σε μια ανεπιθύμητη πλεονασματική παραγωγή, με αποτέλεσμα τη στρέβλωση της αγοράς και τη δημιουργία περιβαλλοντικών προβλημάτων.
Με τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις της η ΚΓΠ έγινε μια πολιτική προσανατολισμένη προς την αγορά, αποσυνδεδεμένη και περιβαλλοντικά συνειδητή, που περιλαμβάνει μια σημαντική συνιστώσα: την αγροτική ανάπτυξη. Η νέα ΚΓΠ πρέπει να βελτιώσει την επισιτιστική ασφάλεια, αυξάνοντας την παραγωγικότητα, και συγχρόνως να ενθαρρύνει την περιβαλλοντικά βιώσιμη παραγωγή τροφίμων.
Στην ΕΕ περίπου 80 εκατομμύρια άτομα ζουν ακόμα κάτω από το όριο της φτώχειας και πολλά από αυτά λαμβάνουν βοήθεια από επισιτιστικά προγράμματα. Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η τροφή σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες ατόμων· από αυτή την άποψη είναι συνεπώς σημαντικό να διατηρηθεί το πρόγραμμα για τους απόρους.
Η επισιτιστική ασφάλεια αποτελεί ένα στόχο που δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν δεν αντιμετωπιστούν δύο από τα πιο σημαντικά σημερινά προβλήματα: η αστάθεια των αγορών και των τιμών (που επηρεάζονται πολύ από την κερδοσκοπία στις αγορές βασικών προϊόντων) και η μείωση των αποθεμάτων τροφίμων.
Η εισηγήτριά διαπιστώνει ότι οι πραγματικές εξελίξεις των αγορών εξηγούν μόνο εν μέρει την ακραία αστάθεια των τιμών που παρατηρήθηκε πρόσφατα, η οποία είναι κυρίως αποτέλεσμα κερδοσκοπίας. Ο ειδικός εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στη διατροφή υπογραμμίζει το ρόλο των μεγάλων θεσμικών επενδυτών, όπως τα αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου, τα ασφαλιστικά ταμεία και οι τράπεζες επενδύσεων -που γενικά δεν ενδιαφέρονται με τις γεωργικές αγορές- επί των δεικτών των τιμών εμπορευμάτων, με τις ενέργειές τους στις αγορές παραγώγων προϊόντων.
Ως εισηγήτριά υποστηρίζει την αναθεώρηση της ισχύουσας νομοθεσίας για τα χρηματοδοτικά μέσα για να ενισχυθεί η διαφάνεια των συναλλαγών και να προβλεφθούν ελάχιστα κατώφλια για τους φορείς που δραστηριοποιούνται στις συγκεκριμένες αγορές. Τα χρηματοδοτικά μέσα πρέπει να εξυπηρετούν την οικονομία και να βοηθούν τη γεωργική παραγωγή να ξεπεράσει τις κρίσεις και τις κλιματικές καταστροφές· συγχρόνως δεν θα πρέπει να αφήσουμε την κερδοσκοπία να απειλήσει τις αποδοτικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Επ’ αυτού, η εισηγήτρια χαιρετίζει επίσης την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ένα κανονισμό σχετικά με τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, και ελπίζει να υπάρξουν και άλλα μέσα κατά της ακραίας αστάθειας των τιμών στο πλαίσιο της νέας ΚΓΠ μετά το 2013.
Επιπλέον, επισημαίνει το γεγονός ότι τα παγκόσμια αποθέματα ειδών διατροφής πρώτης ανάγκης είναι πιο περιορισμένα από ό,τι στο παρελθόν, ενώ κατά την επισιτιστική κρίση του 2007 έφτασαν στο κατώτατο ως τώρα επίπεδο των 12 εβδομάδων. Συγχρόνως, η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων είναι ολοένα και περισσότερο ευάλωτη απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν ξαφνικές και απρόβλεπτες ελλείψεις σε τρόφιμα.
Η εισηγήτρια θεωρεί, συνεπώς, ότι θα ήταν χρήσιμο ένα παγκόσμιο σύστημα αποθεμάτων σε τρόφιμα, που θα συμβάλλει στην διευκόλυνση των παγκόσμιων συναλλαγών κατά τις περιόδους εκτίναξης των τιμών, θα προλαμβάνει την επιστροφή στον προστατευτισμό και θα απελευθερώνει τις παγκόσμιες αγορές τροφίμων. Τα αποθέματα αυτά θα βρίσκονται υπό τη διαχείριση ενός κοινού οργανισμού υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών που θα μπορεί να εκμεταλλευθεί πλήρως την εμπειρία που έχει αποκτηθεί από τον FAO και το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών. Ως εκ τούτου η εισηγήτρια καλεί την Επιτροπή να παίξει ηγετικό ρόλο στην προώθηση αυτού του παγκόσμιου συστήματος αποθεμάτων τροφίμων.
Τέλος, η νέα ΚΓΠ, μετά το 2013, πρέπει να ανταποκριθεί σαφώς και κατηγορηματικώς στο αίτημα για επισιτιστική ασφάλεια και στις άλλες προκλήσεις, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η οικονομική κρίση και η διατήρηση της εδαφικής ισορροπίας εντός της ΕΕ. Η εισηγήτρια επικροτεί το κείμενο που ενέκρινε το ευρωκοινοβούλιο για το μέλλον της ΚΓΠ (έκθεση Lyon) και επισημαίνει ορισμένα βασικά σημεία.
- Πρώτον και κύριον, υποστηρίζει τη σημασία της πολυμορφίας της γεωργίας στην Ευρώπη. Πρέπει να προωθήσουμε όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα, αλλά και την παραδοσιακή γεωργία, τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, τη βιολογική γεωργία και τα τοπικά δίκτυα διανομής. Αυτά τα γεωργικά μοντέλα συμβάλλουν σημαντικά στην επισιτιστική ασφάλεια γιατί αντιπροσωπεύουν συχνά τον πιο αποτελεσματικό τρόπο χρήσης της γης σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές της ΕΕ με τη χρησιμοποίηση μεθόδων που έχουν αναπτυχθεί ειδικά για τις συγκεκριμένες περιοχές με την πάροδο μακρών χρονικών περιόδων. Η εισηγήτρια καλεί την Επιτροπή να ενδιαφερθεί για αυτά τα γεωργικά μοντέλα στις μελλοντικές προτάσεις της στο πλαίσιο της ΚΓΠ και να εξετάσει τη δυνατότητα δημιουργίας ειδικών χρηματοδοτικών κινήτρων.
- Επιπλέον, στο πλαίσιο ενός γηράσκοντος αγροτικού πληθυσμού, θεωρεί ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η πρόσβαση στη γη και η παροχή πιστώσεων στους νέους γεωργούς. Στην ΕΕ μόνο το 7% των γεωργών είναι κάτω από 40 ετών και εντός της επόμενης δεκαετίας 4,5 εκατομμύρια γεωργούς θα συνταξιοδοτηθούν. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να ενθαρρύνουμε τους νέους ανθρώπους να απασχοληθούν στον γεωργικό τομέα, με τη θέσπιση νέων προγραμμάτων και τη βελτίωση της πρόσβασης σε πιστώσεις.
- Η ΕΕ έχει φιλόδοξους ενεργειακούς στόχους· 20% της ενέργειάς της από ανανεώσιμες πηγές έως το 2020, και 10% ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές στις μεταφορές έως το 2020. Οι στόχοι αυτοί έχουν ενθαρρυνθεί από την καλλιέργεια βιοκαυσίμων σε μεγάλη κλίμακα αλλά η παραγωγή βιοκαυσίμων ανταγωνίζεται την παραγωγή τροφίμων πράγμα που έχει αρνητικές συνέπειες στην επισιτιστική ασφάλεια. Η βελτίωση της συσσωμάτωσης στην παραγωγή τροφίμων και ενέργειας καθώς και η ανάπτυξη δεύτερης και τρίτης γενιάς βιοκαυσίμων μπορούν να μειώσουν τον ανταγωνισμό στα διαθέσιμα εδάφη.
- Θα πρέπει το ύψος της χρηματοδότησης της ΚΓΠ να εκφράζει τα φιλόδοξα σχέδια και τους πολιτικούς στόχους της. Για να εξασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια και να αντιμετωπιστούν οι δυσμενείς συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, να εξασφαλιστεί η εδαφική ισορροπία, να διατηρηθούν λογικές τιμές τροφίμων και ένα δίκαιο εισόδημα για τους γεωργούς, ο προϋπολογισμός της ΚΓΠ θα πρέπει τουλάχιστον να διατηρηθεί στο παρόν επίπεδο.
Αναλυτικά δείτε:
Στέφανος Παπαπολυμέρουpapapolimerou@paseges.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου